Перевод: с русского на все языки

со всех языков на русский

το σενάριο

См. также в других словарях:

  • σενάριο — Σχέδιο υπόθεσης, που αποτελεί τη βάση για μια θεατρική παράσταση αυτοσχεδιασμού. Πρόκειται για σύντομη έκθεση του περιεχομένου του έργου, χωρίς διαλόγους. Σ. χρησιμοποιούν κυρίως τα θέατρα παντομίμας και κομέντια ντελ άρτε. Στον κινηματογράφο σ.… …   Dictionary of Greek

  • σενάριο — το (λ. ιταλ.), κείμενο ενός θεατρικού έργου ή μιας κινηματογραφικής ταινίας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Μάμετ, Ντέιβιντ — (David Mamet, Σικάγο 1947 –). Αμερικανός θεατρικός συγγραφέας, σεναριογράφος, σκηνοθέτης και ηθοποιός. Σπούδασε αγγλική λογοτεχνία στο κολέγιο Γκοντάρ του Βερμόντ και στη συνέχεια παρακολούθησε μαθήματα θεάτρου στη Νέα Υόρκη (1967 69). Εργάστηκε… …   Dictionary of Greek

  • Γκολντόνι, Κάρλο — (Carlo Goldoni, Βενετία 1707 – Παρίσι 1793). Ιταλός κωμωδιογράφος. Από μικρός έδειξε εξαιρετική αγάπη για το θέατρο και σε ηλικία μόλις 8 ετών έγραψε το πρώτο έργο του για το οικογενειακό θεατράκι. Καθώς ο πατέρας του ήταν γιατρός και πήγαινε από …   Dictionary of Greek

  • δημογραφικό πρόβλημα — Όρος που περιγράφει τα προβλήματα που δημιουργούνται από τη δυσανάλογη αύξηση ή μείωση του πληθυσμού καθώς και τις αλλαγές της πληθυσμιακής σύνθεσης μιας χώρας ή περιοχής. Ο Αριστοτέλης έγραψε: «Μίαν γαρ πληγήν ουχ’ υπήνεγκεν η πόλις, αλλ’… …   Dictionary of Greek

  • Πουντόφκιν, Βσεβολόντ Ιλαριόνοβιτς — (Πέντσα 1893 – Mόσχα 1953). Ρώσος σκηνοθέτης, ηθοποιός και θεωρητικός του κινηματογράφου. Φοιτητής της φυσικομαθηματικής Σχολής του πανεπιστημίου της Μόσχας, πολέμησε στον A’ Παγκόσμιο πόλεμο και εργάστηκε για ένα διάστημα σε στρατιωτικό χημικό… …   Dictionary of Greek

  • μοντάζ — Στην κινηματογραφική γλώσσα σημαίνει τη φάση της επεξεργασίας μιας ταινίας κατά την οποία επιλέγονται και συνδέονται οι εικόνες που γυρίστηκαν κατά τη λήψη. Στη διάρκεια του μ. καθορίζεται ακόμα η τελειωτική σχέση μεταξύ της εικόνας και του ήχου …   Dictionary of Greek

  • Άλεν, Γούντι — (Woody Allen, Νέα Υόρκη 1935 –). Αμερικανός σκηνοθέτης, σεναριογράφος και ηθοποιός, εβραϊκής καταγωγής. Γεννήθηκε στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης το 1935 και το πραγματικό του όνομα είναι Άλεν Στιούαρτ Κόνιγκσμπεργκ (Allen Stewart Konigsberg).… …   Dictionary of Greek

  • Μάνκιεβιτς, Λίο Τζόζεφ — (Joseph Leo Mankiewicz, Πενσιλβάνια 1909 – Νέα Υόρκη 1993). Αμερικανός σκηνοθέτης, σεναριογράφος και παραγωγός. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια και, όπως ο αδελφός του Χέρμαν, είχε την πρώτη του επαφή με τον κινηματογράφο υποτιτλίζοντας… …   Dictionary of Greek

  • Хадзиянис — Хадзиянис, Михалис Михалис Хадзиянис Μιχάλης Χατζηγιάννης Михалис на концерте в Катерини, 2005 год. Основная информация …   Википедия

  • Хадзиянис, Михалис — Эта статья содержит незавершённый перевод с иностранного языка. Вы можете помочь проекту, переведя её до конца. Если вы знаете, на каком языке написан фрагмент, укажите его в этом шаблоне …   Википедия

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»